Ποια ελληνική λέξη έχει 951 παράγωγα και σύνθετα;

Αποστόλης Ζυμβραγάκης
0


Άλλο ένα παράδειγμα του πλούτου της ελληνικής γλώσσας είναι το ρήμα γράφω, το οποίο απαριθμεί 951 παράγωγα και σύνθετα! Ας δούμε μερικά:

γραφέας <αρχ. γραφεύς < γράφω
γραφιάς <γραφεύς
γραφειακός <γραφείον
γραφείο <αρχ. γραφεῖον "κάλαμος γραφής"
γραφειάκι
γραφή <αρχ. γραφή < γράφω
γράφημα
γραφηματικός
γραφίδα <μτγν. γραφίς < γράφω
γραφίστας <γράφω
γραφιστική
γραφιστικός
γραφικός αρχ. γραφικός < γράφω
γραφικότητα <γραφικός
γραφίτης <γαλλ. grap ite
γράψιμο <θ. του αορ. του ρ. γράφω
γραπτός <αρχ. γραπτός < γράφω
γραφτό
γράμμα < αρχ. < γράφω
γραμματάκι
γραμματάρα
γραμματικός <αρχ. γραμματικός < γράμματα
γραμματική <αρχ. γραμματική (ενν. τέχνη), θηλ. του επιθ. γραμματικός
γκλάμουρ < αγγλ. glamour < σκοτσέζ. glammar < αγγλ. grammar < γραμματική, αίγλη από την κατάκτηση της γνώσης
γκλάμορ
γκλαμουριά
γραμματικότητα
γραμματισμένος μτχ. του αρχ. γραμματίζω < γράμματα
γραμμάτιο <μτγν. γραμμάτιον, υποκορ. του γράμμα
γραμμή <αρχ. γραμμή < γράφω
γραμμούλα
γραμμίτσα
γραμμικός <μτγν. γραμμικός < γραμμή
γραμμωτός <γραμμώνω "σύρω γραμμές"
γραμμάριο <μσν. γραμμάριον
γραμματέας <αρχ. γραμματεύς < γράφω
γραμματεία <μτγν. γραμματεία < γραμματεύω
γραμματειακός <γραμματεία
γραμματιζούμενος <μτγν. ρ. γραμματίζω
γραμμικότητα
άγραφος <αρχ. ἄγραφος < α- στερητ. + γράφω
αγραφία
άγραφτος <αρχ. ἄγραφος < α- στερητ. + γράφω
αντιγράφω <αρχ. ἀντι - γράφω
αντιγραφή <αρχ. ἀντιγραφή < ἀντιγράφω
αντιγραφέας <αρχ. ἀντιγραφεύς < ἀντιγράφω
αντιγραφικός <αντιγραφή
αντίγραφο ουδ. του αρχ. επιθ. ἀντίγραφος, -ος, -ον < ἀντιγράφω
απογράφω <αρχ. ἀπογράφω < ἀπό + γράφω
απογραφέας <αρχ. ἀπογραφεύς < ἀπογράφω
απογραφή <αρχ. ἀπογραφή < ἀπογράφω
απογραφικός <απογράφω
απόγραφο ουδ. του αρχ. επιθ. ἀπόγραφος < ἀπογράφω
αναγράφω <αρχ. ἀναγράφω < ἀνά + γράφω
αναγραφή <αρχ. ἀναγραφή < ἀναγράφω
αντιγραμματικότητα
διαγράφω <αρχ. διαγράφω < διά + γράφω
διαγραφή <αρχ. διαγραφή < διαγράφω
αδιάγραφος
αδιάγραπτος <α- στερητ. + διαγράφω
προδιαγραφή <προδιαγράφω
προδιαγράφω <μτγν. προ-διαγράφω
δυσγραφία
δυσγραφικός
εγγράφω < αρχ. ἐγγράφω < ἐν + γράφω
εγγραφή <αρχ. ἐγγραφή < ἐγγράφω
έγγραφο <μτγν. ἔγγραφον, ουδ. του επιθ. ἔγγραφος
έγγραφος <μτγν. ἔγγραφος < ἐγγράφω
αντέγγραφο <αντί + έγγραφο
προεγγραφή <προεγγράφομαι
επιγράφω <αρχ. ἐπιγράφω < ἐπί + γράφω
επιγραφή <αρχ. ἐπιγραφή < ἐπιγράφω
επιγραφική θηλ. του επιθ. επιγραφικός
επιγραφικός <επιγραφή
ενεπίγραφος <εν + επιγράφω
ανεπίγραφος <μτγν. ἀνεπίγραφος < α- στερητ. + ἐπιγράφω
καταγράφω <αρχ. καταγράφω < κατά + γράφω
καταγραφέας <καταγράφω
καταγραφή <αρχ. καταγραφή < καταγράφω
καταγραφικός <καταγραφή
ακατάγραφος
ακατάγραφτος
μεταγράφω <αρχ. μεταγράφω < μετά + γράφω
μεταγραφή <μτγν. μεταγραφή < μεταγράφω
μεταγραφικός
μετεγγραφή <μετεγγράφω
μετεγγράφω <αρχ. μετεγγράφω < μετά + ἐγγράφω
ομόγραφος <μτγν. ὁμόγραφος < ὁμός + γράφω
ξεγράφω <ξε- στερητ. + γράφω
ξεγράψιμο <ξεγράφω
αξέγραφτος
παραγράφω <αρχ. παραγράφω < παρά + γράφω
παραγραφή <αρχ. παραγραφή < παραγράφω
παράγραφος <μτγν. επίθ. παράγραφος (ενν. γραμμή) < παραγράφω
απαράγραπτος <μτγν. ἀπαράγραπτος < α- στερητ. + παραγράφω
απαράγραφος
συμπαραγράφω
περιγράφω <αρχ. περι-γράφω
περιγραφή <αρχ. περιγραφή < περιγράφω
περιγραφικός <μτγν. περιγραφικός < περιγραφή
περιγραφικότητα <περιγραφικός
απερίγραπτος <μτγν. ἀπερίγραπτος < α- στερητ. + περιγράφω
δυσπερίγραπτος
προγράφω <αρχ. προ-γράφω
προγραφή <αρχ. προγραφή < προγράφω
συγγράφω < αρχ. < σύν + γράφω
συγγραφέας <αρχ. συγγραφεύς < συγγράφω
συγγραφή <αρχ. συγγραφή < συγγράφω
συγγραφικός <μτγν. συγγραφικός < συγγράφω
τηλέγραφος < γαλλ. telegraphe < τηλε + γράφω
τηλεγραφώ <τηλέγραφος
τηλεγραφείο <τηλέγραφος
τηλεγράφημα <τηλεγραφώ
τηλεγραφητής <τηλεγραφώ
τηλεγραφία <γαλλ. telegraphie < ελλ. τηλε- + -γραφία < γράφω
τηλεγραφικός <τηλεγραφία
υπογράφω <αρχ. ὑπογράφω < ὑπό + γράφω
υπογραφή <αρχ. ὑπογραφή < ὑπογράφω
ανυπόγραφος < μτγν. ἀνυπόγραφος < α- στερητ. + ὑπογράφω
ενυπόγραφος < μσν. ἐνυπόγραφος < ἐν + ὑπογράφω
προσυπογραφή <προσυπογράφω
προσυπογράφω <μτγν. προσυπογράφω < πρός + ὑπογράφω
συνυπογράφω <μτγν. συν-υπογράφω
αγράμματος <αρχ. ἀγράμματος < α- στερητ. + γράμμα
αγραμματοσύνη <αγράμματος
αγραμματισμός <γαλλ. agrammatisme < ελλ. α- στερητ. + γράμματα
αναγραμματίζω <μτγν. ἀναγραμματίζω < ἀνά + γράμμα
αναγραμματισμός <αναγραμματίζω
εγγεγραμμένος μτχ. παθ. πρκμ. του ρ. εγγράφω
επίγραμμα <αρχ. ἐπίγραμμα < ἐπιγράφω
επιγραμματικός <επίγραμμα
μεταγραμματίζω <μσν. μεταγραμματίζω < μετά + γράμμα
μεταγραμματισμός <μσν. μεταγραμματισμός < μεταγραμματίζω
διαγραμμίζω <αρχ. διαγραμμίζω < διά + γραμμή
διάγραμμα <αρχ. διάγραμμα < διαγράφω
διαγράμμιση <διαγραμμίζω
παραγραμματίζω <μτγν. παραγραμματίζω < παρά + γράμμα
παραγραμματισμός <παραγραμματίζω
περίγραμμα <μτγν. περίγραμμα < περιγράφω
προγραμματίζω <πρόγραμμα
πρόγραμμα <αρχ. πρόγραμμα < προγράφω
προγραμματάκι
προγραμματικός <πρόγραμμα
προγραμματισμός <προγραμματίζω
προγραμματιστής <προγραμματίζω
απρογραμμάτιστος <α- στερητ. + προγραμματίζω
σύγγραμμα <αρχ. σύγγραμμα < συγγράφω
υπογραμματέας
υπογραμμή <υπό + γραμμή
υπογραμμίζω < υπό + γραμμή
υπογράμμιση <υπογραμμίζω
υπογραμμισμός <υπογραμμίζω
ανυπογράμμιστος
υπογεγραμμένη θηλ. μτχ. παθ. πρκμ. του υπογράφομαι
υπογραμμός κατά Φ. Κουκουλέ, μσν. ὑπογραμμός, από το δείγμα γραφής που έδινε ο δάσκαλος στα μσν. σχολεία και αντέγραφαν οι μαθητές
έγγραμμα <εγγράφω
εγγράμματος < αρχ. ἐγγράμματος < ἐν + γράμμα
αρχίγραμμα
αλληλογραφώ < αλληλο- + γράφω
αλληλογραφία <μσν. ἀλληλογραφία < ἀλληλογραφῶ
αλληλογράφος <αλληλο- + γράφω
αγγειογραφία <αγγείον + γράφω
αγγειογράφημα
αγγειογράφος < αγγείον + γράφω
αγγειογραφικός <αγγειογραφία
αγεωγράφητος <α- στερητ. + γεωγραφῶ
αγιογραφώ <αγιογράφος
αγιογράφηση <αγιογραφώ
αγιογραφία <αγιογράφος
αγιογράφος < μτγν. ἅγιος + γράφω
αρθρογραφία <αρθρογραφώ
αρθρογραφικός
αρθρογράφος < άρθρον + γράφω
αρθρογραφώ <αρθρογράφος
αυτογραφία <αυτός + γράφω
βιογραφία <βιογραφώ
βιογραφικός <βιογραφία
βιογράφος < βίος + γράφω
βιογραφώ
αυτοβιογραφούμαι
αυτοβιογραφία <αυτός + βιογραφία
αυτοβιογραφικός <αυτοβιογραφία
ορθογράφηση
ορθογραφία <μτγν. ὀρθογραφία < ὀρθογράφος
ορθογραφικός <ορθογραφία
ορθογράφος < μτγν. ὀρθογράφος < ὀρθός + γράφω
ορθογραφώ <μτγν. ὀρθογραφέω-ῶ < ὀρθογράφος
ανορθογραφία <ανορθόγραφος
ανορθόγραφος <α- στερητ. + ορθογράφος
ανορθογραφώ <α- στερητ. + ορθογραφώ
αυτόγραφο < αρχ. αὐτόγραφος < αὐτός + γράφω
αθλητικογράφος < αθλητικός + γράφω
γραφιδοθήκη
γραφιδοπόλεμος <γραφίς, -ίδος + πόλεμος
γραφολογία <γραφολόγος
γραφολογικός <γραφολόγος
γραφολόγος <γράφω + λέγω
γραφομανής
γραφομανία
γραφομηχανή < γράφω + μηχανή
γραφειοκράτης < γραφείον + κρατώ
γραφειοκρατία <γραφείον + κρατώ, μτφρ. δάνειο από το γαλλ. bureaucratie
γραφειοκρατικός <γραφειοκρατία
γραφειοκρατισμός <γραφειοκρατία, πρβλ. αγγλ. bureaucratism
δακτυλογράφηση <δακτυλογραφώ
δακτυλογράφος < δάκτυλος + γράφω
δακτυλογραφώ <ουσ. δακτυλογράφος
διπλογραφία <διπλός + γράφω
διπλογραφικός <διπλογραφία
διπλόγραφο
επιγραφολόγος
επιγραφοποιός <επιγραφή + ποιώ
επιγραφοποιία <επιγραφοποιός
ιδιόγραφος < μτγν. ἰδιόγραφος < ἴδιος + γράφω
απλογραφώ
απλογράφηση
απλογραφία <απλός + β' συνθετ. γράφω
απλογραφικός <απλογραφία
λεξικογράφος < μτγν. < λεξικόν + γράφω
λεξικογραφώ <λεξικογράφος
λεξικογράφηση < λεξικογραφώ
λεξικογραφία <λεξικογράφος
λεξικογραφικός <λεξικογραφία
λογογράφος < αρχ. < λόγος + γράφω
λογογραφώ <αρχ. λογογραφῶ < λογογράφος
λογογραφία <αρχ. λογογραφία < λογογραφῶ
λογογραφικός <αρχ. λογογραφικός < λογογραφία
λογόγραμμα < γερμ. < Logogramm < λόγος + γράμμα
ζωγράφος < αρχ. < ζωή + γράφω
ζωγραφίζω <αρχ. ζωφραφέω-ῶ < ζωγράφος
ζωγραφιά <αρχ. ζωγραφία < ζωγραφέω-ῶ
ζωγραφική
ζωγραφικός <αρχ. ζωγραφικός < ζωγράφος
ζωγράφισμα <ζωγραφίζω
ζωγραφιστός <ζωγραφίζω
ζωγράφημα
αζωγράφιστος <α- στερητ. + ζωγραφίζω
καθαρογράφος <καθαρός + γράφω
καθαρογράφω
καθαρογράφημα
καθαρογράφηση <καθαρογραφώ
καθαρογραφία
κακογραφώ
κακογραφία <κακογράφος
κακογράφος <μτγν. κακογράφος < κακός + γράφω
καλλιγράφος < μτγν. < καλλι- + γράφω
καλλιγραφώ <μτγν. καλλιγραφέω-ῶ < καλλιγράφος
καλλιγράφημα
καλλιγραφία <μτγν. καλλιγραφία < καλλιγράφος
καλλιγραφικός <καλλιγραφία
κεφαλαιογραφώ
κρυπτογράφημα <κρυπτογραφώ
κρυπτογράφηση <κρυπτογραφώ
κρυπτογραφία <κρυπτογράφος
κρυπτογραφικός <κρυπτογραφία
κρυπτογράφος <κρυπτός + γράφω
κρυπτογραφώ <κρυπτογράφος
αποκρυπτογράφηση <αποκρυπτογραφώ
αποκρυπτογραφώ <από + κρυπτογραφώ
μικρογραφώ <μτγν. μικρογραφῶ < μικρός + γράφω
μικρογραφία <μσν. μικρογραφία < μικρογραφῶ < μικρός + γράφω
μικρογραφικός <μικρογραφία
μικρογράφος <μικρός + γράφω
μονογραφώ <μόνος + γράφω
μονογράφω <μόνος + γράφω
μονόγραμμα <μόνος + γράμμα
αερόγραμμα
μονογραφή <μονογραφώ
μονογράφηση <μονογραφώ
μονογραφία <μονογραφώ
ολόγραμμα <γαλλ. ologramme < ελλ. όλος + γράμμα
ολογραφία <γαλλ. olographie < όλος + γράφω
ολόγραφος <μτγν. ὁλόγραφος < ὅλος + γράφω
ολογράφως
οπισθογραφώ <οπισθόγραφος
οπισθογράφηση <οπισθογραφώ
οπισθόγραφος <μτγν. ὀπισθόγραφος < ὄπισθεν + γράφω
παντογράφος <παν + γράφω
πολυγραφώ <μτγν. πολυγραφῶ < πολυγράφος
πολυγραφία <μτγν. πολυγραφία < πολυγράφος
πολυγράφος <μτγν. πολυγράφος < πολύς + γράφω
πολύγραφος < πολύς + γράφω
προχειρογράφω
προχειρογραφία <προχειρογράφος
προχειρογράφος <πρόχειρος + γράφω
ρωπογραφία <μτγν. ῥωπογραφία < ῥωπογράφος
ρωπογράφος <μτγν. ῥωπογράφος < ῥῶπος "μικρά, ευτελή εμπορεύματα" + γράφω
συμβολαιογραφείο <συμβολαιογράφος
συμβολαιογραφία <συμβολαιογράφος
συμβολαιογραφικός <συμβολαιογράφος
συμβολαιογράφος < συμβόλαιον + γράφω
τελεσίγραφο < τελώ + γράφω
τηλεγραφόξυλο < τηλέγραφος + ξύλο
τσιγκογραφείο
τσιγκογραφία <τσίγκος + γράφω
τσιγκογράφος <τσίγκος + γράφω
υστερόγραφο ουδ. του επιθ. υστερόγραφος
υστερόγραφος <ύστερος + γράφω
φωτοαντίγραφο < φως + αντίγραφο
φωτοαντιγραφικός <φωτοαντίγραφο
φωτογραφείο <φωτογράφος
φωτογράφημα <φωτογραφώ
φωτογράφηση <φωτογραφώ
φωτογράφιση
φωτογραφία < γαλλ. photographie < φως + γραφή
φωτογράφος <γαλλ. photographe
φωτογραφίζω <φωτογράφος
φωτογραφικός <φωτογραφία
αεροφωτογραφία <αήρ + φωτογραφία, απόδ. του αγγλ. aerophotography
αεροφωτογραφίζω
αεροφωτογράφιση
αεροφωτογραφώ
χιλιόγραμμο <γαλλ. kilogramme < ελλ.χίλια + γράμμα "μικρό βάρος"
χιλιοστόγραμμο απόδ. του αγγλ. milligram)
ψευδεπίγραφος <μτγν. ψευδεπίγραφος < ψευδής + ἐπιγραφή
ψιλογραφία
ψιλογράφος
αερογραμμή <αήρ + γραμμή
ακτογραμμή
αντιβιόγραμμα <γαλλ. antiviogramme
γραμματοδιδάσκαλος <μτγν. γραμματοδιδάσκαλος < γράμματα + διδάσκαλος
γραμματοθήκη
γραμματοκιβώτιο <γράμματα + κιβώτιο
γραμματοκομιστής <γράμματα + κομίζω
γραμματολογία <γραμματολόγος < γράμμα + λέγω
γραμματολογικός <γραμματολογία
γραμματοσειρά <γράμμα, -ατος + σειρά
γραμματοσημαίνω <γράμμα + σημαίνω
γραμματοσήμανση <γραμματοσημαίνω
γραμματόσημο < γράμματα + σήμα
γραμματοσυλλέκτης <γράμματα + συλλέκτης
γραμματοσύμπλεγμα
γραμματικοσυντακτικός
γραμμοάτομο
γραμμογράφημα <γραμμογραφώ
γραμμογράφηση <γραμμή + γράφω
γραμμογραφία <γραμμή + γράφω
γραμμογραφικός <γραμμογράφος
γραμμογράφος <γραμμή + γράφω
γραμμογραφώ <γραμμογράφος
γραμμοειδής <αρχ. γραμμοειδής < γραμμή + κατάλ. -ειδής < εἶδος
γραμμομοριακός
γραμμομόριο <γραμμο-(<γραμμάριο) + μόριο
γραμμοποίκιλτος <μτγν. γραμμοποίκιλτος < γραμμή + ποικίλλω
γραμμοσκιά <γραμμή + σκιά
γραμμοσκιάζω
γραμμοσκίαση
γραμμοσύρτης <γραμμή + σύρτης < σύρω
δίγραμμος <μσν. δίγραμμος < δίς + γραμμή
γραμμοφώνηση
γραμμόφωνο < γαλλ. grammophone < γραμμή + φωνή
γραμμοφωνώ
κεφαλαιογράμματος
κολλυβογράμματα < μσν. κολοβο-γράμματα
κουτσογράμματα <κουτσός + γράμματα
μεγαλογράμματος <μέγας + γράμμα
μικρογραμμάριο <γαλλ. microgramme
μικρογράμματος <μικρός + γράμμα
πρωτόγραμμα <πρώτος + γράμμα
πυκνογραμμένος <πυκνός + γράφω
πεντάγραμμο < μτγν., ουδ. του επιθ. πεντάγραμμος < πέντε + γραμμή
παραλληλόγραμμο
παραλληλόγραμμος <μτγν. παραλληλόγραμμος < παράλληλος + γραμμή
αβιβλιογράφητος
γράμμα < γράφω
γραμματεύς < γράφω
γραμματεύω < γραμματεύς
γραμματεῖον < γραμματεύω
γραμματικός < γράμμα
γραμματική < (ενν. τέχνη), θηλ. του επιθ. γραμματικός
γραμμή < γράφω
γραπτήρ < γράφω
γραπτός < γράφω
γραφεύς < γράφω
γραφεῖον "κάλαμος γραφής" < γραφεύς
γραφή < γράφω
γραφίς < γράφω
ἄγραφος < α- στερητ. + γράφω
ἀγράμματος < α- στερητ. + γράμμα
ἀγραμματία < ἀγράμματος
ἐγγράμματος < ἐν + γράμμα
ἄγραμμος < α- στερητ. + γραμμή
ἀναγράφω < ἀνά + γράφω
ἀναγραφή < ἀναγράφω
συναναγράφω
ἀντιγράφω
ἀντιγραφή < ἀντιγράφω
ἀντιγραφεύς < ἀντιγράφω
ἀντίγραφος
ἀπογράφω < ἀπό + γράφω
ἀπογραφεύς < ἀπογράφω
ἀπογραφή < ἀπογράφω
προσαπογράφω
διαγράφω < διά + γράφω
διαγραφή < διαγράφω
διάγραμμα < διαγράφω
ἐγγράφω < ἐν + γράφω
ἐγγραφή < ἐγγράφω
παρεγγράφω / προεγγράφομαι
εἰσγράφω
ἐπιγράφω < ἐπί + γράφω
ἐπιγραφή < ἐπιγράφω
ἐπίγραμμα < ἐπιγράφω
ἀντεπιγράφω
καταγράφω < κατά + γράφω
καταγραφή < καταγράφω
μετεγγράφω < μετά + ἐγγράφω
παραγράφω < παρά + γράφω
παραγραφή < παραγράφω
περιγράφω
περιγραφή < περιγράφω
περιγραπτός
προγράφω
προγραφή < προγράφω
πρόγραμμα < προγράφω
προσγράφω
συγγράφω < σύν + γράφω
συγγραφεύς < συγγράφω
συγγραφή < συγγράφω
σύγγραμμα < συγγράφω
παρασυγγραφή < παρά + συγγραφή
παρασυγγραφῶ < παρασυγγραφή
ὑπεργράφω
ὑπογράφω < ὑπό + γράφω
ὑπογραφή < ὑπογράφω
διαγραμμίζω < διά + γραμμή
γραμμοειδής < γραμμή + κατάλ. -ειδής < εἶδος
ζωγράφος < ζωή + γράφω
ζωφραφῶ < ζωγράφος
ζωγραφία < ζωγραφῶ
ζωγραφικός < ζωγράφος
λογογράφος < λόγος + γράφω
λογογραφῶ < λογογράφος
λογογραφία < λογογραφῶ
λογογραφικός < λογογραφία

Για το e-didaskalia.blogspot.gr
Αποστόλης Ζυμβραγάκης, Φιλόλογος

Περισσότερα φιλολογικά θέματα εδώ.

Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)