Καταχωρισμένος ή καταχωρημένος;

Αποστόλης Ζυμβραγάκης
0
Το μπέρδεμα με αυτήν τη μετοχή είναι ότι στη γλώσσα μας έχουμε τόσο το ρήμα καταχωρίζω (που παράγει τη μετοχή καταχωρισμένος) όσο και το ρήμα καταχωρώ (που παράγει τη μετοχή καταχωρημένος).

Επομένως, πρέπει να αναλύσουμε τη διαφορά του καταχωρίζω από το καταχωρώ, ώστε να βγάλουμε ένα συμπέρασμα για τη σωστή μετοχή:

Το αρχαίο ρήμα «καταχωρίζω», σήμαινε -όπως και τώρα- «τοποθετώ» στην κατάλληλη θέση. Δεν πρέπει να το συγχέουμε με το ελληνιστικό «καταχωρώ» που σημαίνει «παραδίδω κάτι σε κάποιον» ή ενδίδω ή υποχωρώ. Αντί του καταχωρώ, είναι προτιμότερο να χρησιμοποιούμε τον τύπο καταχωρίζω, όταν θέλουμε να δηλώσουμε την καταγραφή «κατά χώραν», δηλαδή στην οικεία θέση,  μιας πληροφορίας (π.χ. η εφημερίδα μας καταχωρίζει δωρεάν τέτοιου είδους αγγελίες / όλες οι σχετικές πληροφορίες βρίσκονται καταχωρισμένες στα αρχεία του Δήμου).

Εξάλλου το ρήμα καταχωρίζω (< κατά χώραν θέτω) διαφέρει από τα σύνθετα του ρήματος χωρώ (= προχωρώ, βαδίζω), που δηλώνουν κατά βάσιν κίνηση: ανα-χωρώ, απο-χωρώ, εισ-χωρώ, εκ-χωρώ, οπισθο-χωρώ, παρα-χωρώ, προ-χωρώ, προσ-χωρώ, συγ-χωρώ, υπανα-χωρώ, υπο-χωρώ. Τα σύνθετα του ρήματος χωρίζω δηλώνουν διάκριση θέσεως και, κατ’ επέκτασιν, διάκριση: αποχωρίζω, δια-χωρίζω,  ξεχωρίζω.

Άρα, το ρήμα καταχωρίζω προσδιορίζει βέβαια ως προτιμότερες τις χρήσεις: καταχώριση (και όχι καταχώρηση), καταχωρισμός, καταχωρίσιμος, καταχωρισμένος (και όχι καταχωρημένος).

Για το e-didaskalia.blogspot.gr
Αποστόλης Ζυμβραγάκης, φιλόλογος.

Περισσότερα γλωσσικά λάθη εδώ.

Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)