Αρχαία Α' Γυμνασίου: Ενότητα 6 - Η ομορφιά δεν είναι το παν

Αποστόλης Ζυμβραγάκης
0
Διαδραστικό μάθημα 6ης ενότητας





Ανάλυση 6ης ενότητας 


Οι μύθοι είναι λαϊκά δημιουργήματα με ηθικό και αλληγορικό χαρακτήρα. Πρωταγωνιστές είναι οι άνθρωποι ή τα ζώα που έχουν φωνή.
Συνήθως στο τέλος του μύθου βρίσκεται το επιμύθιο, δηλ. το συμπέρασμα.
Στον Αίσωπο, που ήταν δούλος από τη Φρυγία της Μ. Ασίας, αποδίδονται περίπου 358 μύθοι.
Στο μύθο της ενότητας ένα ελάφι καθώς πίνει νερό σε μια πηγή και βλέπει το είδωλό του, επαινούσε τα κέρατά του και κατηγορούσε  τα πόδια του. 
Ώσπου ήρθαν οι κυνηγοί. Το ελάφι το βάζει στα πόδια και σώζεται προσωρινά, μέχρι που φτάνει σ' ένα δάσος.
Εκεί όμως τα κέρατά του μπλέχτηκαν και τότε...



Το κείμενο και η μετάφρασή του

Ἔλαφος εὐμεγέθης  ὥρᾳ θέρους
Ένα μεγαλόσωμο ελάφι σε εποχή καλοκαιριού,
διψῶν παραγίνεται
καθώς διψούσε, φτάνει κοντά
ἐπί τινα πηγήν διαυγῆ καὶ  βαθεῖαν
σε κάποια καθαρή και βαθιά πηγή
καὶ πιών ὅσον ἤθελεν
και, αφού ήπιε όσο (νερό) ήθελε,
προσεῖχεν τῇ ἰδέᾳ τοῦ σώματος.
παρατηρούσε τη μορφή του σώματός του.
Καὶ μάλιστα μὲν ἐπήνει τὴν φύσιν τῶν κεράτων
Και κυρίως επαινούσε τη φύση των κεράτων του
ὡς κόσμος εἴη παντί τῷ σώματι. 
με την ιδέα ότι αυτά ήταν στολίδι για όλο το σώμα του.
Ἔψεγεν δὲ τὴν λεπτότητα τῶν σκελῶν
Αντίθετα, κατηγορούσε τα λεπτά του πόδια,
ὡς οὐχ οἵων τε ὄντων
επειδή, κατὰ τη γνώμη του, δεν μπορούσαν
φέρειν πᾶν τὸ βάρος.
να αντέξουν όλο το βάρος του.
Ἐν ὧ δὲ πρὸς  τούτοις ἦν,
Και ενώ ασχολούνταν με αυτά,
αἰφνιδίως  ἀκούεται  ὑλακή τε κυνῶν
ξαφνικά ακούγεται  γάβγισμα σκυλιών
καὶ κυνηγέται πλησίον .
και κυνηγοί το πλησιάζουν.
Ὁ δὲ ὥρμα πρὸς φυγήν
Αυτό άρχισε να τρέχει ορμητικά, για να ξεφύγει,
καὶ μέχρις ὅπου διὰ πεδίου ἐποιεῖτο τὸν δρόμον,
και όσο έτρεχε σε ομαλό έδαφος,
ἐσώζετο ὑπὸ τῆς ὠκύτητος τῶν σκελῶν.
σωζόταν από την ταχύτητα των ποδιών του.
Ἐπεὶ δὲ ἐνέπεσεν εἰς πυκνήν καὶ δασεῖαν ὕλην,
Όταν όμως έφτασε σε αδιαπέραστο και πυκνό δάσος,
ἐμπλακέντων αὐτῷ τῶν κεράτων ἑάλω,
επειδή του μπλέχτηκαν τα κέρατα, παγιδεύτηκε
μαθὼν πείρᾳ
και έμαθε εξ ιδίας πείρας
ὅτι ἄρα ἦν ἄδικος κριτὴς τῶν ἰδίων
ότι πράγματι ήταν άδικος κριτής των ατομικών του γνωρισμάτων,
ψέγων μὲν τὰ σώζοντα,
γιατί κατηγορούσε αυτά που το έσωζαν,
ἐπαινῶν δὲ τὰ προδόντα αὑτόν.
ενώ επαινούσε αυτά που το πρόδωσαν.

2η δραστηριότητα: Προσπαθώ να αποδώσω στη ν.ε. το αρχαίο κείμενο



Επεξεργασία κειμένου

1
Ἔλαφος εὐμεγέθης ὥρᾳ θέρους

Ἔλαφος = ελάφι
εὐμεγέθης = (ευ + μέγεθος) μεγαλόσωμο
ὥρᾳ = η εποχή // πρβλ. ώρα, ωραίος άγουρος < άγωρος < άωρος = α στερητικό + ώρα = που δεν έχει ωριμάσει, που δεν ήρθε η ώρα του
2
διψῶν παραγίνεται ἐπί τινα πηγήν

ἐπὶ
επάνω σε, κοντά, σε
  τίςτί > αόριστη αντωνυμία
    = κάποιος, κάποια, κάποιο
       
Ενικός αρ.
 αρ.θηλ.ουδ.
Οντὶςτὶςτὶ
Γεντινὸς ή τουτινὸς ή τουτινὸς ή του
Δοττινὶ ή τῳτινὶ ή τῳτινὶ ή τῳ
Αιττινὰτινὰτὶ
Πληθυντικός αρ.
Οντινὲςτινὲςτινὰ ή ἄττα
Γεντινῶντινῶντινῶν
Δοττισὶ(ν)τισὶ(ν)τισὶ(ν)
Αιττινὰςτινὰςτινὰ ή ἄττα
παραγίνεται του ρ. παραγίγνομαι = φτάνω κοντά
3
 διαυγῆ καὶ  βαθεῖαν

διαυγῆ > ὁ, ἡ διαυγής, τὸ διαυγές = καθαρός
4
καὶ πιών ὅσον ἤθελεν

πιών > του ρ. πίνω = αφού ήπιε
5
προσεῖχεν τῇ ἰδέᾳ τοῦ σώματος.

προσεῖχεν = παρατηρούσε
τῇ ἰδέᾳ  = τη μορφή
6
Καὶ μάλιστα μὲν ἐπήνει τὴν φύσιν τῶν κεράτων

μάλιστα = κυρίως
ἐπήνει > του ρ. ἐπαινῶ = επαινούσε
τὴν φύσιν = τη φύση, τη μορφή
7
ὡς κόσμος εἴη παντὶ τῷ σώματι. 

κόσμος στολίδι // πρβλ. κόσμημα
εἴη = ήταν
παντί = για όλο
τῷ σώματι = το σώμα
ὡς κόσμος εἴη παντί τῷ σώματι = με την ιδέα ότι ήταν στολίδι για όλο το σώμα του
8
Ἔψεγεν δὲ τὴν λεπτότητα τῶν σκελῶν

ἔψεγεν > του ρ. ψέγω = κατηγορώ, κατακρίνω // πρβλ. ψεγάδι, άψογος
τὸ σκέλος = το πόδι // πρβλ. υποσκελίζω
9
ὡς οὐχ οἵων τε ὄντων

ὡς οὐχ οἵων τε ὄντων = επειδή κατά τη γνώμη του δεν μπορούσαν
φέρειν πᾶν τὸ βάρος.

φέρειν > του ρ. φέρω = σηκώνω
πᾶν = όλο
Ἐν  δὲ πρὸς τούτοις ἦν,

Ἐν ὧ δὲ πρὸς τούτοις ἦν = ενώ ασχολούνταν μ' αυτά
αἰφνιδίως ἀκούεται  ὑλακή τε κυνῶν

αἰφνιδίως = ξαφνικά
ὑλακή = γαύγισμα
τε > συμπλεκτικός σύνδεσμος
    = και
κυνῶν > γεν. πληθ. του ουσ. ὁ ἡ κύων = το σκυλί > των σκύλων
καὶ κυνηγέται πλησίον .

κυνηγέται > ον. πληθ. του ουσ. ὁ κυνηγέτης = ο κυνηγός
Ὁ δὲ ὥρμα πρὸς φυγήν

Ὁ δὲ = κι αυτό (το ελάφι)
ὥρμα > του ρ. ὁρμάω-ὁρμῶ
ὥρμα πρὸς φυγήν = άρχισε να τρέχει ορμητικά, για να ξεφύγει
καὶ, μέχρις ὅπου διὰ πεδίου ἐποιεῖτο τὸν δρόμον,

μέχρις ὅπου διὰ πεδίου ἐποιεῖτο τὸν δρόμον = όσο έτρεχε σε ομαλό έδαφος
ἐσώζετο ὑπὸ τῆς ὠκύτητος τῶν σκελῶν.

ὑπό τῆς ὠκύτητος = από την ταχύτητα
σκελῶν > γεν. πληθ. του ουσ. τὸ σκέλος = το πόδι // πρβλ. υποσκελίζω
Ἐπεὶ δὲ ἐνέπεσεν εἰς πυκνήν καὶ δασεῖαν ὕλην,

ἐνέπεσεν = του ρ. ἐμπίπτω = πέφτω > έπεσε
πυκνήν = αδιαπέραστη
δασεῖαν = πυκνή
ὕλη = δάσος
ἐμπλακέντων αὐτῷ τῶν κεράτων ἑάλω,

ἐμπλακέντων αὐτῷ = επειδή του μπλέχτηκαν
ἑάλω > του ρ. ἁλίσκομαι = παγιδεύτηκε, πιάστηκε
μαθὼν πείρᾳ

μαθὼν = έμαθε
πείρᾳ = εξ ιδίας πείρας
ὅτι ἄρα ἦν ἄδικος κριτὴς τῶν ἰδίων

ἄρα = λοιπόν, πράγματι
ἦν > πρτ. του ρ. εἰμί = είμαι > ήταν
τῶν ἰδίων = των δικών του γνωρισμάτων / χαρακτηριστικών
ψέγων μὲν τὰ σώζοντα,

ψέγων του ρ. ψέγω = κατηγορώ, κατακρίνω // πρβλ. ψεγάδι, άψογος
σώζοντα του ρ. σώζω = αυτά που το έσωζαν
μέν - δέ = αντιθετικοί ή εναντιωματικοί σύνδεσμοι
Συνήθως χρησιμοποιούνται μαζίδηλώνοντας αντίθεση.
μέν = όμως, αλλά, από τη μια, καθώς, ενώ
Ο μέν μπορεί να ακολουθείται από τα ισοδύναμα του δὲἀλλά,ἀτάρ ή αὐτάραὖαὖθιςαὖτε ή ακόμη από τα: πρῶτον μέν - εἶτα, πρῶτον μέν - ἔπειτα, πρῶτον μέν - μετὰ τοῦτο
Μερικές φορές χρησιμοποιείται μόνος του και τότε σημαίνει:βέβαιαμάλιστα ή τουλάχιστον

δέ = αλλά, ενώ, από την άλλη
ἐπαινῶν δὲ τὰ προδόντα αὑτόν.

προδόντα = αυτά που το πρόδωσαν
3η δραστηριότητα: άσκηση για τη μετάφραση


Συντακτική ανάλυση κειμένου






Λεξιλογικά

Για τη λέξη πίνω
Για να βρεις τη σημασία των λέξεων του Λεξιλογικού Πίνακα πήγαινε στα λεξικά της Πύλης για την ελληνική γλώσσα ή χρησιμοποίησε τους παρακάτω δεσμούς:

Αρχαία Ελληνική / Νέα Ελληνική
Νέα Ελληνική
τὸ ποτόν (-ό)πιόμα
ὁ πότηςπιωμένος
τὸ ποτήριον (-ι)
πόσιμος [στην α.ε. κυρίως πότιμος (= κατάλληλος να τον πιεις)]
ἡ πόσις (-η)
ποτίζω
τὸ πότισμα
καταπίνωποτοποιός
ἡ κατάποσις (-η)ποτοαπαγόρευση
προπίνω [= πίνω πρώτος ή στην υγειά κάποιου]το ηδύποτο [= γλυκό αλκοολούχο ποτό]
ἡ πρόποσις (-η)
ὁ συμπότης
τὸ συμπόσιον (-ιο)
ἡ ἄμπωτις (-η) [= η υποχώρηση του νερού της θάλασσας κατά την παλίρροια]
ἡ ὑδροποσία
ὁ οἰνοπότης
ἡ οἰνοποσία
ἡδύποτος


Γραμματική

α' κλίση των ουσιαστικών

Τι ονόματα περιλαμβάνει η πρώτη κλίση;
Η πρώτη κλίση στα αρχαία ελληνικά περιλαμβάνει ονόματα αρσενικά και θηλυκά. Δεν περιλαμβάνει ουδέτερα (ευτυχώς).
Στα αρσενικά ανήκουν όσα λήγουν σε:
1. -ης, π.χ. στρατιώτης και σε
2. -ας, π.χ. λοχίας
Στα θηλυκά ανήκουν όσα λήγουν σε:
1. , π.χ. ψυχή, μουσική και σε
2. , π.χ. ὥρα, γλῶσσα
Εδώ όμως χρειάζεται λίγη προσοχή, γιατί από τα θηλυκά σε -α άλλα
1. σχηματίζουν τη γενική σε -ας, π.χ. ὥρα, ὥρας και άλλα
2. σχηματίζουν τη γενική σε -ης, π.χ. γλῶσσα, γλώσσης.
Ποια σχηματίζουν τη γενική σε σε -ας και ποια σε -ης θα το δούμε παρακάτω, όταν θα εξετάσουμε την κλίση των θηλυκών.
Προς το παρόν ας έχουμε στο νου μας τις παρακάτω:

Παρατηρήσεις:
  • Το -α στην κατάληξη  είναι άλλοτε μακρόχρονο και άλλοτε βραχύχρονο· δες παρακάτω
  • Το -α στην κατάληξη -ας σε οποιαδήποτε πτώση είναι πάντοτε μακρόχρονο, π.χ. τῆς χώρς
  • Η γενική του πληθυντικού τονίζεται στη λήγουσα και παίρνει περισπωμένη, π.χ. τῶν χωρν
Συγκεντρωτικός πίνακας ουσιαστικών α' κλίσης
αρσενικά σε:
-ης
-ας
πολίτης
λοχίας
θηλυκά σε:

ψυχή,
-ας
-ης
ὥρα, ὥρας
γλῶσσα, γλώσσης

ασυναίρετα ουσιαστικά


καταλήξεις των ουσιαστικών της α' κλίσης


Τα αρσενικά ουσιαστικά σε -ας και σε -ης είναι παρόμοια με τα νέα ελληνικά. Βεβαίως έχουν και κάποιες διαφορές. Είναι ευνόητο ότι με το πέρασμα του χρόνου κάποια πράγματα έχουν αλλάξει. Για να διαπιστώσεις αυτές τις αλλαγές, μπορείς να δεις αυτές τις ασκήσεις: για τα ουσιαστικά λοχίας, πολίτηςὥραγλῶσσα,ψυχή.
Οι καταλήξεις των ουσιαστικών της α' κλίσης είναι οι παρακάτω. Όπως διαπιστώνεις, στον πληθυντικό αριθμό τα αρσενικά και τα θηλυκά έχουν τις ίδιες καταλήξεις. Κάτι είναι κι αυτό! 

Ενικός

αρσενικά
θηλυκά

σε -ας
σε -ης
σε -α
σε -η
ον.
γεν.
δοτ.
αιτ.
κλ.
-ας
-ου
-
-αν
-α
-ης
-ου
-
-ην
-α ή -η
-α
-ας ή -ης
-ᾳ ή -ῃ
-αν
-α
-η
-ης
-
-ην
-η
Πληθυντικός
ον.
γεν.
δοτ.
αιτ.
κλ.
-αι
-ῶν
-αις
-ας
-αι



αρσενικά σε -ας και σε -ης



σε -ας
σε -ης
(οξύτονα)
σε -ης
 (παροξύτονα)
σε -ης

τοῦ
τῷ
τὸν
νεανί-ας
νεανί-ου
νεανί-
νεανί-αν
νεανί-α
ποιητ-ὴς
ποιητ-οῦ
ποιητ-
ποιητ-ήν
ποιητ-
στρατιώτ-ης
στρατιώτ-ου
στρατιώτ-
στρατιώτ-ην
στρατιώτ-α
εὐπατρίδ-ης
εὐπατρίδ-ου
εὐπατρίδ-
εὐπατρίδ-ην
εὐπατρίδ-η
 
οἱ
τῶν
τοῖς
τοὺς
νεανί-αι
νεανι-ῶν
νεανί-αις
νεανί-ας
νεανί-αι
ποιητ-αὶ
ποιητ-ῶν
ποιητ-αῖς
ποιητ-ὰς
ποιητ-αὶ
στρατιῶτ-αι
στρατιωτ-ῶν
στρατιώτ-αις
στρατιώτ-ας
στρατιῶτ-αι
εὐπατρίδ-αι
εὐπατριδ-ῶν
εὐπατρίδ-αις
εὐπατρίδ-ας
εὐπατρίδ-αι
 

Σχηματίζουν την κλητική του ενικού σε -α:
  • τα εθνικά: ὦ Πέρσα, ὦ Σκύθα
  • όσα λήγουν σε -της, π.χ. ὦ ποιητά
  • τα σύνθετα με β' συνθετικό ρήμα, π.χ. ὦ γυμνασιάρχαὦ παιδοτρίβα, ὦ βιβλιοπῶλλα
Ασκήσεις:


Θηλυκά

Όπως είπαμε και παραπάνω τα θηλυκά τα συναντάμε με δύο καταλήξεις: σε  και σε . Από αυτά που λήγουν σε  άλλα σχηματίζουν τη γενική σε -ας και άλλα σε -ης.

θηλυκά σε -α    (γενική -ας)


(οξύτονα)
(προπαροξύτονα)
(παροξύτονα)
(παροξύτονα)
τῆς
τῇ
τὴν

 
στρατι-
στρατι-ᾶς
στρατι-
στρατι-ὰν
στρατι-
πολιτεί-α
πολιτεί-ας
πολιτεί-
πολιτεί-αν
πολιτεί-α
ἀλήθει-α
ἀληθεί-ας
ἀληθεί-
ἀλήθει-αν
ἀλήθει-α
ὥρ-α
ὥρ-ας
ὥρ-
ὥρ-αν
ὥρ-α
σφαῖρ-α
σφαίρ-ας
σφαίρ-
σφαῖρ-αν
σφαῖρ-α
αἱ
τῶν
ταῖς
τὰς

 
στρατι-αὶ
στρατι-ῶν
στρατι-αῖς
στρατι-ὰς
στρατι-αὶ
πολιτεῖ-αι
πολιτει-ῶν
πολιτεί-αις
πολιτεί-ας
πολιτεῖ-αι
ἀλήθει-αι
ἀληθει-ῶν
ἀληθεί-αις
ἀληθεί-ας
ἀλήθει-αι
ὧρ-αι
ὡρ-ῶν
ὥρ-αις
ὥρ-ας
ὧρ-αι
σφαῖρ-αι
σφαιρ-ῶν
σφαίρ-αις
σφαίρ-ας
σφαῖρ-αι

Στα παραπάνω ουσιαστικά σε –α η γενική του ενικού σχηματίζεται σε -ας. Αυτό γίνεται, όταν στην ονομαστική πριν από το -α  υπάρχει φωνήεν (στρατιά, πολιτεία, ἀλήθεια) ή ρ (ὥρα, σφαῖρα). Το α αυτό είναιμακρόχρονο και  λέγεται καθαρό.

Εξαιρέσεις:  Το καθαρό -α δεν είναι μακρόχρονο αλλά βραχύχρονο.
  • Όταν η λέξη τονίζεται στην προπαραλήγουσα π.χ. ἡ ἀλήθεια, ἡ εὐσέβεια
  • Στα ονόματα: γραῖαμαῖαμυῖα,
  • Στα ονόματα: μοῖρα, πεῖρα, πρῶρα, σφαῖρα, σφῦρα
Σημείωση: Στην αιτιατική και κλητική του ενικού το  είναι μακρόχρονο ή βραχύχρονο, όπως στην ονομαστική του ενικού, π.χ. ἡ ὥρα, τήν ὥραν, ὦ ὥρα, ἡ σφαῖρα, τήν σφαῖραν, ὦ σφαῖρα, ἡ γλῶσσα,  τήν γλῶσσαν ὦ γλῶσσα



θηλυκά σε -α    (γενική -ης)



(παροξύτονα)
(προπαροξύτονα)
τῆς
τῇ
τὴν
γλῶσσ-α
γλώσσ-ης
γλώσσ-
γλῶσσ-αν
γλῶσσ-α
 
τράπεζ-α
τραπέζ-ης
τραπέζ-
τράπεζ-αν
τράπεζ-α
αἱ
τῶν
ταῖς
τὰς
γλῶσσ-αι
γλωσσ-ῶν
γλώσσ-αις
γλώσσ-ας
γλῶσσ-αι
 
τράπεζ-αι
τραπεζ-ῶν
τραπέζ-αις
τραπέζ-ας
τράπεζ-αι

Στα παραπάνω ουσιαστικά η γενική του ενικού σχηματίζεται σε -ης. Αυτό γίνεται, όταν στην ονομαστική πριν από το  υπάρχει σύμφωνο, εκτός από το ρ. Το α αυτό είναι βραχύχρονο και λέγεται μη καθαρό.

Για να εξασκηθείς στη διάκριση μεταξύ των ουσιαστικών με  γεν. -ας ή -ης δοκίμασε αυτήν την άσκηση και μετά αυτήν.


θηλυκά σε -η (γενική -ης)


(οξύτονα)
(παροξύτονα)
τῆς
τῇ
τὴν
ψυχ-
ψυχ-ῆς
ψυχ-
ψυχ-ὴν
ψυχ-
 
κώμ-η
κώμ-ης
κώμ-
κώμ-ην
κώμ-η
αἱ
τῶν
ταῖς
τὰς
ψυχ-αὶ
ψυχ-ῶν
ψυχ-αῖς
ψυχ-ὰς
ψυχ-αὶ
 
κῶμ-αι
κωμ-ῶν
κώμ-αις
κώμ-ας
κῶμ-αι

Επαναληπτικές ασκήσεις: 



Πίνακας ασυναίρετων ουσιαστικών της α' κλίσης(που δείχνει ιδίως την ορθογραφία των λέξεων)
1. Αρσενικά
α) σε -ᾱς: κοχλίας (ῐ), λοχίας (ῐ), τραυματίας (ῐ), Γοργίας (ῐ), Ἱππίας (ῐ), Καλλίας (ῐ), Φιντίας (ῐ), μανδύας (ῠ), Αἰνείας
β) σε -ης: εὐπατρίδης (ῐ), Εὐριπίδης (ῐ), Πελοπίδης (ῐ), Ατρείδης, Ἡρακλείδης, Αἰσχίνης, ἐλάτης (ᾰ), ἁμαξηλάτης (ᾰ),
ἁρματηλάτης (ᾰ), ἐργάτης (ᾰ), πελάτης (ᾰ), πλάστης (ᾰ), Ἐλεάτης (ᾱ), Κροτωνιάτης (ᾱ), Σπαρτιάτης (ᾱ), Τεγεάτης (ᾱ), κομήτης, κωμήτης, πλανήτης, προφήτης, σφενδονήτης, Αἰγινήτης, ἀθλητής, μαθητής, μιμητής, ζευγίτης (ῑ),  μεσίτης (ῑ), ὁπλίτης (ῑ),
πολίτης (ῑ), τενχίτης (ῑ), Ἀβδηρίτης (ῑ), Σταγιρίτης (ῑ), κριτής, ἀκοντιστής, δύτης (ῠ), θύτης (ῠ), λύτης (ῠ), πρεσβύτης (ῡ), μηνυτής, δεσμώτης, ἠπειρώτης, θιασώτης, ἰδιώτης, νησιώτης, πατριώτης, ζηλωτής, μισθωτής, ἀγρότης, δεσπότης, δημότης, ἐξωμότης ἱππότης, προδότης, τοξότης
2. Θηλυκά
α) σε -α, -ας: Πλάταιᾰ, Φώκαιᾰ, ἐλαία, ἡλιαία, κεραία, σημαία, μηλέα, πτελέα, γενεά, δωρεά, βοήθειᾰ, ἐνέργειᾰ, ἀμέλειᾰ, ἐπιμέλειᾰ, ἀσέβειᾰ, εὐσέβειᾰ, ἔνδειᾰ, ὠφέλειᾰ (και ὠφελίᾱ), βασίλειᾰ, ἱέρειᾰ, ἀκρώρειᾰ, Ὀδύσσειᾰ, Μαντίνειᾰ, Ψυττάλειᾰ, ἁλιεία, βασιλεία, δουλεία, ἐφορεία, στρατεία, ἀνδρεία, λεία, Ἐρέτριᾰ, αὐλήτριᾰ, μαθήτριᾰ, ἀδικία (ῐ), εὐφορία (ῐ), σοφία (ῐ), ἐκκλησία (ῐ), συνωμοσία (ῐ), μυρμηκιά, στρατιά, ἄγνοια, ἄνοια, ἔννοια, εὔνοια, ὁμόνοια, πρόνοια, ἄπνοια, δύσπνοια, εὔπλοια, ἀπόρροια, ῥοιά, χροιά, Ἅρπυια, ὀργυιά, μητρυιά, μυῖα, γαῖα, γραῖα, μαῖα, μοῖρα, πεῖρα, πρῷρα, σπεῖρα, σφαῖρα, σφῦρα, Αἴθρα, Φαίδρα, αὔρα, λαύρα, σαύρα, θήρα, θύρα
β) σε -α, -ης: ἅμιλλα, δίκελλα, θύελλα, βδέλλα, βασίλισσα, μέλισσα, κίσσα (ῐ), πίσσα (ῐ), δίψα (ῐ), κνῖσα (ῑ), μᾶζα (μᾱ), μύξα (ῠ), πεῖνα, πῖνα (ῑ), πρύμνα (ῠ) (και πρύμνη), ῥίζα (ῐ), ῥῖνα (ῑ) (και ῥίνη), δράκαινᾰ, θέαινᾰ, θεράπαινᾰ, λέαινᾰ, τρίαινᾰ
γ) σε -η: αἰσχύνη (ῡ), βλάβη (ᾰ), δάφνη (ᾰ), δίκη (ῐ), δίνη (ῑ), ἴλη (ῑ), κλίνη ῑ), λίμνη (ῐ), λύπη (ῡ), νίκη (ῑ), νύμφη (ῠ), πλάνη (ᾰ), πύλη (ῠ), ῥύμη, σκαπάνη (ᾰ), σκάφη (ᾰ), σπάθη (ᾰ), τύχη (ῠ), ὕλη (ῡ), φάτνη (ᾰ), τιμή, ψυχή...


πρωτόκλιτα συνηρημένα ουσιαστικά


Πρωτόκλιτα συνηρημένα λέγονται τα ουσιαστικά της πρώτης κλίσης που πριν από το χαρακτήρα -α του θέματος έχουν άλλο α ή ε με το οποίο συναιρούνται  σε όλες τις πτώσεις.



Παραδείγματα συνηρημένων ουσιαστικών


θ. Ἑρμεα = Ἐρμη
θ. μναα = μνα
θ. συκεα  = συκη
τοῦ
τῷ
τὸν

 
Ἑρμ-ῆς
Ἑρμ-οῦ
Ἑρμ-
Ἑρμ-ῆν
Ἑρμ-
τῆς
τῇ
τὴν
μν-
μν-ᾶς
μν-
μν-ᾶν
μν-
συκ-
συκ-ῆς
συκ-
συκ-ῆν
συκ-
οἱ
τῶν
τοῖς
τοὺς

 
Ἑρμ-αῖ
Ἑρμ-ῶν
Ἑρμ-αῖς
Ἑρμ-ᾶς
Ἑρμ-αῖ
αἱ
τῶν
ταῖς
τὰς
μν-αῖ
μν-ῶν
μν-αῖς
μν-ᾶς
μν-αῖ
συκ-αῖ
συκ-ῶν
συκ-αῖς
συκ-ᾶς
συκ-αῖ

Τα συνηρημένα ουσιαστικά έχουν και μετά τη συναίρεση τις καταλήξεις των ασυναίρετων τύπων, εκτός από το εα στον ενικό το οποίο συναιρείται σε η, π.χ.
  • ἡ συκέα > συκ αλλά τὰς συκέας > συκς
Το όνομα ο βορέας συναντάται και ως ασυναίρετο και ως συνηρημένο· ως συνηρημένο εκφέρεται με διπλό ρρ
ὁ βορέας - βορρᾶς 
τοῦ βορέου - βορρᾶ 
τῷ βορέᾳ - βορρᾷ  
τόν βορέαν - βορρᾶν
ὦ βορέα - βορρᾶ

Ασκήσεις:


Ασκήσεις 


σχολικού βιβλίου



Παράλληλα κείμενα

Ἔλαφος ἐπὶ νάματος καὶ λέων (παραλλαγή του μύθου της ενότητας)


Ἔλαφος δίψῃ συσχεθεῖσα παρεγένετο ἐπί τινα πηγήν· πιοῦσα δέ, ὡς ἐθεάσατο τὴν ἑαυτῆς σκιὰν ἐπὶ τοῦ ὕδατος, ἐπὶ μὲν τοῖς κέρασιν ἠγάλλετο, ὁρῶσα τὸ μέγεθος καὶ τὴν ποικιλίαν, ἐπὶ δὲ τοῖς ποσὶ πάνυ ἤχθετο ὡς λεπτοῖς οὖσι καὶ ἀσθενέσιν. Ἔτι δὲ αὐτῆς διανοουμένης, λέων ἐπιφανεὶς ἐδίωκεν αὐτήν· κἀκείνη εἰς φυγὴν τραπεῖσα κατὰ πολὺ αὐτοῦ προεῖχεν· ἀλκὴ γὰρ ἐλάφων μὲν ἐν τοῖς ποσί, λεόντων δὲ ἐν καρδίᾳ. Μέχρι μὲν οὖν ψιλὸν ἦν τὸ πεδίον, ἡ μὲν προθέουσα διεσώζετο· ἐπειδὴ δὲ ἐγένετο κατά τινα ὑλώδη τόπον, τηνικαῦτα συνέβη, τῶν κεράτων αὐτῆς ἐμπλακέντων τοῖς κλάδοις, μὴ δυναμένην τρέχειν συλληφθῆναι. Μέλλουσα δὲ ἀναιρεῖσθαι ἔφη πρὸς ἑαυτήν· "Δειλαία ἔγωγε, ἤτις ὑφ' ὧν μὲν προδοθήσεσθαι ἔμελλον, ὑπὸ τούτων ἐσῳζόμην, οἷς δὲ καὶ σφόδρα ἐπεποίθειν, ὑπὸ τούτων ἀπόλλυμαι."Οὕτω πολλάκις ἐν κινδύνοις οἱ μὲν ὕποπτοι τῶν φίλων σωτῆρες ἐγένοντο, οἱ δὲ σφόδρα ἐμπιστευθέντες προδόται.


Ἔλαφος καὶ λέων ἐν σπηλαίῳ


Ἔλαφος κυνηγοὺς φεύγουσα ἐγένετο κατά τι σπήλαιον, ἐφ᾿ ᾧ λέων ἦν κατοικούμενος, καὶ ἐνταῦθα εἰσιοῦσα καὶ νομίζουσα κρυβῆναι συνελήφθη ὑπὸ τοῦ λέοντος καὶ ἀναιρουμένη πρὸς ἑαυτὴν ἔφη· Δειλαία ἔγωγε ἥτις ἀνθρώπους φεύγουσα ἐμαυτὴν θηρίῳ παρέδωκα. Οὕτως οἱ τῶν ἀνθρώπων παῖδες διὰ φόβον ἐλάττονος κινδύνου ἑαυτοὺς εἰς μεῖζον κακὸν ἐμβάλλουσιν.


Λέων λυσσῶν καὶ ἔλαφος


Λέων ἐλύσσα. Τοῦτον δὲ ἔλαφος ἐξ ὕλης ἰδὼν εἶπεν· «Οὐαὶ ἡμῖν τοῖς ταλαιπώροις· τί γὰρ μαινόμενος οὗτος οὐχὶ ποιήσει, ὃς καὶ σωφρονῶν οὐκ ἦν ἡμῖν φορητός;» Ὅτι τοὺς θυμώδει  ἄνδρας καὶ ἀδικεῖν εἰθισμένους πάντες φευγέτωσαν ἀρχὴν λαβόντας καὶ δυναστεύσαντας.


 Ἔλαφος καὶ ἄμπελος


Ἔλαφος διωκομένη ὑπὸ κυνηγῶν ἐκρύπτετο ὑπό τινα ἄμπελον. Διελθόντων δὲ τῶν κυνηγῶν, στραφεῖσα κατήσθιε τὰ φύλλα τῆς ἀμπέλου. Εἷς δέ τις τῶν κυνηγῶν στραφεὶς καὶ θεασάμενος, ὃ εἶχεν ἀκόντιον βαλών, ἔτρωσεν αὐτήν. Ἡ δὲ μέλλουσα τελευτᾶν στενάξασα πρὸς ἑαυτὴν ἔφη· Δίκαιά γε πάσχω, ὅτι τὴν σώσασάν με ἄμπελον ἠδίκησα. Οὗτος ὁ λόγος λεχθείη ἂν κατὰ ἀνδρῶν οἵτινες τοὺς εὐεργέτας ἀδικοῦντες ὑπὸ θεοῦ.


Νεβρός  καὶ ἔλαφος


Νεβρός ποτε πρὸς τὸν ἔλαφον εἶπε· Πάτερ, σὺ καὶ μείζων καὶ ταχύτερος κυνῶν πέφυκας, καὶ κέρατα πρὸς τούτοις ὑπερφυᾶ φέρεις εἰς ἄμυναν. Τί δή ποτ᾿ οὖν οὕτω τούτους φοβῇ; Κἀκεῖνος γελῶν εἶπεν· Ἀληθῆ μὲν ταῦτα φῇς, τέκνον· ἓν δ᾿ οἶδα, ὡς, ἐπειδὰν κυνὸς ὑλακὴν ἀκούσω, αὐτίκα πρὸς φυγὴν οὐκ οἶδ᾿ ὅπως ἐκφέρομαι. Ὁ μῦθος δηλοῖ ὅτι τοὺς φύσει δειλοὺς οὐδεμία παραίνεσις ῥώννυσιν.

Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)